13 Φεβρουαρίου 2019

Για τις Τριμελείς Επιτροπές του ν. 4547/2018 και τη σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας (220703/Δ4, 21.12.2018)




Τον περσινό Ιούνιο (12/06/2018) το Υπουργείο Παιδείας δημοσίευσε το νόμο 4547/2018 για την «Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 102 Α/12-06-2018) με τον οποίο εισάγονται μια σειρά σημαντικές αλλαγές στο καθεστώς της ειδικής αγωγής.
Τα ΚΕΔΔΥ που μέχρι τώρα έδιναν τις διαγνώσεις για μαθησιακά και ψυχοκοινωνικά θέματα των μαθητών μετατρέπονται σε Κέντρα Συμβουλευτκής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ) και άλλάζει ο τρόπος παραπομπής των μαθητών σ’ αυτά. Σε εφαρμογή του άρθρου 11 του νόμου , το Υπουργείο επανήλθε τον Δεκέμβριο του 2018 (21.12.2018) και ζητάει από τα σχολεία και τους εκπαιδευτιικούς τους να συγκροτήσουν τις λεγόμενες «Ομάδες Υποστήριξης Εκπαιδευτικού Έργου».H συγκρότηση των Ομάδων αυτών γίνεται στα σχολεία εκείνα στα οποία δεν συγκροτείται «Επιτροπή Διεπιστημονικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης» (Ε.Δ.Ε.Α.Υ) η οποία είναι πενταμελής και περιλαμβάνει ως μέλη της ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό καθώς και συγκεκριμένα μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού του σχολείου που προβλέπεται να συμμετέχουν σ’αυτήν. (Ε.Δ.Ε.Α.Υ) Οι «Ομάδες Εκπαιδευτικής Υποστήριξης» αφορούν τη συντριπτική πλειοψηφία των σχολείων σ’ αντίθεση με τις Ε.Δ.Ε.Α.Υ που αφορούν μικρό αριθμό σχολείων. Ήδη από τη δημοσίευση του νόμου θεσμοθετούνται δυο διαφορετικές ταχύτητες σχολείων. Η «Ομάδα Εκπαιδευτικής Υποστήριξης» δεν είναι μία για κάθε σχολείο αλλά είναι διαφορετική για κάθε περίπτωση,«συγκροτείται με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και αποτελείται από το διευθυντή ή τον υποδιευθυντή του σχολείου, τον υπεύθυνο εκπαιδευτικό επικοινωνίας με το Κ.Ε.Σ.Υ. και τον υπεύθυνο εκπαιδευτικό του τμήματος» (Φ.Ε.Κ, 102/12.06.2018, τεύχος Α’, σελ..8389) ενώ από τη διαδικασία αυτή δεν εξαιρούνται ούτε τα νηπιαγωγεία.
Οι διατάξεις του νόμου και η εγκύκλιος που επιχειρεί την ενεργοποίηση της εφαρμογής τους:
1. Αποτελούν φίλτρο-φραγμό και αποβλέπει στη στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στις ιατροπαιδαγωγικές υπηρεσίες. Αυτό που στην πραγματικότητα γίνεται είναι η στέρηση του δικαιώματος σε έγκαιρη, ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές. Και αυτό γιατί με τη νέα διαδικασία παραπομπής η πρόσβαση του παιδιού γίνεται δύσκολη και χρονοβόρα και χάνεται πολύτιμος χρόνος για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του, με το μη στηριγμένο σε διάγνωση πρόγραμμα υποστήριξης του παιδιού. Η διαδικασία δεν είναι ίδια μ’ αυτή που ακολουθούνταν όσο κι αν παράγοντες της διοίκησης ισχυρίζονται το αντίθετο. Από την περιγραφική έκθεση του προηγούμενου καθεστώτος που συνέτασσε ο εκπαιδευτικός της τάξης ή του τμήματος ένταξης , περνάμε τώρα στην κατάθεση στο ΚΕ.Σ.Υ ολοκληρωμένου προγράμματος παρεμβάσεων που θα πρέπει να έχει εγκριθεί από το Σύλλογο Διδασκόντων που θα πρέπει να περιγράφει τις δράσεις που έγιναν και να παρουσιάζει τ΄αποτελέσματά τους. Μάλιστα θα πρέπει εξ' ορισμού να αποτύχει για να γίνει η παραπομπή ! Ένα τέτοιο πρόγραμμα όμως δεν μπορεί να έχει αποτελεσματικότητα αν δεν στηρίζεται σε επιστημονική διάγνωση. Η διαδικασία που ακολουθεί ο νόμος είναι αντιεπιστημονική και αντιπαιδαγωγική. Η διάγνωση είναι ουσιαστική προϋπόθεση για τη συγκρότηση ενός αποτελεσματικού προγράμματος παρέμβασης και όχι το αντίθετο.
2.Μεταθέτει την ευθύνη αντιμετώπισης του προβλήματος στο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς ενώ ταυτόχρονα τους στερεί τη δυνατότητα ν’ έχoυν μια πραγματική παρέμβαση στο πρόβλημα. Ο εκπαιδευτικός της τάξης ή του τμήματος ένταξης χωρίς καμιά άλλη επιστημονική υποστήριξη και χωρίς να γνωρίζει από πριν ποιο πραγματικά είναι το πρόβλημα, καλείται να συγκροτήσει ένα πρόγραμμα εξειδικευμένης παρέμβασης στα τυφλά και εμπειρικά, από τ΄αποτελέσματα του οποίου εξαρτάται η παραπομπή του παιδιού στο ΚΕ.Σ.Υ. Είναι φανερή η προσπάθεια του νόμου να καθηλώσει μεγάλο μέρος των παιδιών που μέχρι σήμερα παραπέμπονταν στα πρώην ΚΕ.Δ.Υ μέσα στο σχολείο, χωρίς δυνατότητα διάγνωσης αλλά και ουσιαστικά χωρίς επιστημονική αναγνώριση του προβλήματος τους. Αυτό οδηγεί στη μη καταγραφή θεσμικά των παιδιών ως περιπτώσεων που έχουν ανάγκη υποστήριξης από δομές ειδικής αγωγής. Θα έχει επίσης ως αποτέλεσμα και τη μείωση των θέσεων εργασίας στην ειδική αγωγή και την παράλληλη στήριξη αφού θα υπάρχουν λιγότερα παιδιά με διάγνωση.
3.Οι νέες δομές της Ειδικής Αγωγής είναι συρρικνωμένες και η διαμόρφωση τους υπακούει στις επιταγές Ο.Ο.Σ.Α /Ε.Ε για σχολείο φθηνό, ευέλικτο χωρίς μορφωτικά δικαιώματα για τη μεγάλη πλειοψηφία του μαθητικού πληθυσμού.
Σταθερά ο Ο.Ο.Σ.Α , η Ε.Ε και η Παγκόσμια Τράπεζα υποστηρίζουν τη διάλυση της ειδικής αγωγής ως δημόσιας λειτουργίας και προωθούν τη μετατροπή της σε εμπόρευμα. Προωθώντας τις απόψεις για «λειτουργικότητα της αναπηρίας» και της «συμπερίληψης» , απόψεις που επέβαλαν στην Ελλάδα οι δανειστές και έχει αποδεχτεί η κυβέρνηση, διαγράφουν τις ανάγκες που προκύπτουν από την ίδια τη φύση του προβλήματος και προωθούν την ένταξη των δομών της ειδικής αγωγής στα γενικά σχολεία.Το μοντέλο αυτό είναι κατά βάση οικονομικό , επιδιώκει την εξοικονόμηση πόρων και συνεπάγεται μεγάλες εκπτώσεις σε παιδαγωγικό και επιστημονικό επίπεδο. Ο περιορισμός της πρόσβασης των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες στις αναγκαίες δομές ειδικής αγωγής είναι αποτέλεσμα της απόσυρσης του κράτους από τη δημόσια ειδική εκπαίδευση και σκοπεύει στη διαμόρφωση δρόμου για την ιδιωτικοποίησή της.
4. Δεν υπερασπιζόμαστε το σημερινό καθεστώς γιατί κι’ αυτό είναι προϊόν των ίδιων αντιλαϊκών πολιτικών. Ο νέος νόμος και η εγκύκλιος που τον συνοδεύει είναι μια συνέχεια προς το χειρότερο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόστηκαν όλα αυτά τα χρόνια για τη διάλυση της ειδικής αγωγής.
Υποστηρίζουμε ότι είναι δικαίωμα της οικογένειας των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες η ΕΓΚΑΙΡΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ σε δημόσιες ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ. Κατά συνέπεια η διαδικασία της παραπομπής πρέπει να μην δεσμεύεται από καμιά προϋπόθεση που θα την καθυστερήσει και να γίνεται μέσα σε σύντομα χρονικά όρια.
Kαλούμε το Διοικητικό Συμβούλιο της Δ.Ο.Ε να κηρύξει απεργία – αποχή από τη διαδικασία συγκρότησης και λειτουργίας των «Επιτροπών Εκαπιδευτικής Υποστήριξης» και να στηρίξει τον αγώνα για την αποτροπή της υποβάθμισης της Ειδικής Αγωγής. Η έκβαση της μάχης θα κριθεί μέσα στα σχολεία και τους Συλλόγους Διδασκόντων και όχι σε διαβουλεύσεις με την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας που έτσι κι αλλιώς έχει διαλέξει το δρόμο της.
Ο Σύλλογός μας θεωρεί ότι δεν πρέπει να συγκροτηθούν τέτοιες επιτροπές και προτείνει στους συναδέλφους και τους Συλλόγους Διδασκόντων των σχολείων του Συλλόγου μας την απόρριψη συγκρότησης των «Ομάδων Εκπαιδευτικής Υποστήριξης» με το ακόλουθο σκεπτικό.
« Πρακτικό συλλόγου διδασκόντων»
«Θεωρούμε ότι είναι αντιπαιδαγωγικό και αντιεπιστημονικό να ανατίθεται μέσω των «Ομάδων Εκπαιδευτικής Υποστήριξης» στους εκπαιδευτικούς η διαδικασία της αξιολόγησης-διάγνωσης και της εκπαιδευτικής υποστήριξηςτων παιδιών με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, γιατί αυτό είναι έργο διεπιστημονικής επιτροπής και των ΚΕ.Σ.Υ. Είναι φανερό ότι οποιοδήποτε πρόγραμμα εξειδικευμένης παρέμβασης το οποίο δεν θα στηρίζεται σε διάγνωση που θα γίνεται από αρμόδιο επιστημονικό φορέα δεν μπορεί να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η λειτουργία των “Ομάδων Εκπαιδευτικής Υποστήριξης” είναι διαδικασία περισσότερο χρονοβόρα από τη μέχρι τώρα, που στερεί τη δυνατότητα της έγκαιρης πρόσβασης των παιδιών στις δομές ειδικής εκπαίδευσης που έχουν ανάγκη ».
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ:
  • Κατάργηση του ν. 4547/2018 για τις νέες δομές του εκπαιδευτικού έργου.
  • Να εξασφαλιστούν όλες οι προϋποθέσεις δημόσιας και δωρεάν ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ, ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ Ή ΚΑΙ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ, εντός των εκπαιδευτικών δομών του Υπ. Παιδείας. Να μην πληρώνουν οι γονείς ούτε ένα € για τη διάγνωση και εκπαίδευση των παιδιών τους.
  • Απρόσκοπτη πρόσβαση της οικογένειας, χωρίς προαπαιτούμενα που ορίζει ο νέος νόμος για τις δομές, στις διεπιστημονικές ομάδες των ΚΕΣΥ σε σύντομο χρόνο που να μην υπερβαίνει τις 30 μέρες.
  • Μόνιμους-μαζικούς διορισμούς όλου του απαραίτητου προσωπικού γενικής-ειδικής αγωγής.
  • Πλήρη παράλληλη στήριξη για κάθε μαθητή που την χρειάζεται με βάση τη διάγνωσή του.
  • Ικανοποίηση όλων των αιτημάτων για ΕΒΠ και σχολικό νοσηλευτή.
  • Ίδρυση και λειτουργία Τ.Ε. σε όλα τα Νηπιαγωγεία και Δημοτικά, καθώς και 2ου Τ.Ε. σε όσες σχολικές μονάδες προκύπτει ανάγκη.