31 Μαρτίου 2011

Υπουργείο Παιδείας: Σχέδιο Νόμου για την "Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης" - Τα νέα καθήκοντα Διευθυντών, Υποδιευθυντών και Συλλόγου Διδασκόντων



«Aναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης»

1. Σκοπός
Με το παρόν σχέδιο νόμου τίθενται τα θεμέλια για τον ορθολογικό εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του στην κατεύθυνση της ουσιαστικής υποστήριξης της εκπαιδευτικής λειτουργίας και της διασφάλισης της παιδαγωγικής αρτιότητας και της υψηλής ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου. Στο επίκεντρο τίθεται η σχολική μονάδα, κύτταρο γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πολιτικής, φορέας παραγωγής και υλοποίησης εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών πρωτοβουλιών με κέντρο το μαθητή και πρωταγωνιστές  τους εκπαιδευτικούς.
Χαράσσεται μία πολιτική παιδείας, που χαρακτηρίζεται από συνέχεια, συνέπεια, και όραμα για ένα σύστημα εκπαίδευσης, που πρέπει να έχει διάρκεια, σταθερότητα και ευελιξία προσαρμογής στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη γνώση.
Η αναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών της εκπαίδευσης και των επιπέδων σχεδιασμού και υλοποίησης της εκπαιδευτικής πολιτικής αποτελεί εθνική στρατηγική επιλογή για τον επαναπροσδιορισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος σε σύγχρονες συνθήκες, για να οικοδομήσουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θέτει ως μεγάλες αξίες τη γνώση, την αριστεία και την καινοτομία.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, οι οποίες βασίζονται στις αρχές της αποκέντρωσης, της υπευθυνότητας, της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας θεσμοθετείται:
-     Η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και η ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών και των στελεχών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων.
-     Η ενίσχυση της αυτονομίας της σχολικής μονάδας και της δυνατότητάς της να προγραμματίζει, να οργανώνει, να υλοποιεί και  να αξιολογεί αποτελεσματικά το έργο της.
-      Ο συντονισμός των δομών και υπηρεσιών στήριξης και επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης του εκπαιδευτικού έργου και της σχολικής μονάδας και η αναχωροθέτησή τους, ώστε να βρίσκονται σε άμεση επαφή με το βασικό κύτταρο της εκπαίδευσης, τη σχολική μονάδα και με τον εκπαιδευτικό.
-     Ο συντονισμός της δράσης των διοικητικών και υποστηρικτικών δομών της δευτεροβάθμιας και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
-     Η διαμόρφωση απλής και ευέλικτης διοικητικής δομής με τον περιορισμό των επιπέδων διοίκησης.
-     Ο περιορισμός της πληθώρας των Στελεχών και Υπευθύνων, με τον, πολλές φορές, αυτόνομο και ασυντόνιστο ρόλο, που δημιουργεί αντιφατικές καταστάσεις και πολύπλοκα σχήματα.
-     Ο σαφής προσδιορισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργάνων διοίκησης της εκπαίδευσης.
-     Η βέλτιστη αξιοποίηση πόρων, η εξασφάλιση οικονομίας μέσων, η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, η απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών.

2.  Η υφιστάμενη κατάσταση
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αντανακλά τη γενικότερη εικόνα της δημόσιας διοίκησης, η οποία στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από συγκεντρωτισμό, ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, αναποτελεσματικότητα και υψηλές περιφερειακές ανισότητες. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα παραμένει, παρά τις θεσμικές βελτιώσεις που έχουν επιχειρηθεί, ένα συγκεντρωτικό σύστημα, αφού ελάχιστες ουσιαστικές αρμοδιότητες διοίκησης έχουν μεταφερθεί σε τοπικό-σχολικό επίπεδο. Η εκπαιδευτική πολιτική παράγεται μόνο στην κορυφή της πυραμίδας της διοίκησης (Υπουργείο). Πλήθος εγκυκλίων και νόμων ρυθμίζουν κυρίως κεντρικά και την παραμικρή λεπτομέρεια της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για την ανάπτυξη δημιουργικών πρωτοβουλιών και στερώντας το σύστημα από την απαραίτητη ευελιξία και προσαρμοστικότητα μέσα σε ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Επιπλέον, χαρακτηριστικά του συστήματος διοίκησης της εκπαίδευσης είναι η πλημμελής επικοινωνία στο εσωτερικό του λόγω των πολλών επιπέδων διοίκησης, ο διεκπεραιωτικός ρόλος των στελεχών και ιδιαίτερα των διευθυντών των σχολικών μονάδων, το γεγονός ότι οι δεσμευτικές κεντρικές αποφάσεις λειτουργούν κάποιες φορές ως άλλοθι αδράνειας, καθώς και η περιορισμένη παιδαγωγική υποστήριξη των εκπαιδευτικών σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις ενισχύονται από τη δημιουργία ενός πληθωριστικού και πολύπλοκου συνόλου δομών, οργάνων και λειτουργιών με ιδιαίτερες δυσκολίες στην άσκηση αποτελεσματικής καθοδήγησης, εποπτείας και διαχείρισης.
Σύμφωνα με τα παραπάνω το εκπαιδευτικό μας σύστημα παρουσιάζει προβλήματα:
α. στη δομή και το σύστημα της διοίκησης της εκπαίδευσης.
β. στη δομή και το σύστημα καθοδήγησης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών.
γ. στο συντονισμό και τη συνεργασία του συστήματος διοίκησης και του συστήματος καθοδήγησης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών.

3.  Η νέα δομή
Σε επίπεδο περιφερειακών δομών, το σύστημα είναι αναπτυγμένο σε τέσσερα επίπεδα (Περιφερειακή διεύθυνση, Διεύθυνση Εκπαίδευσης σε επίπεδο νομού, Γραφείο Εκπαίδευσης σε επίπεδο επαρχίας, και Σχολική Μονάδα). Η σημερινή πραγματικότητα όμως, οι εξελίξεις και οι νέες δυνατότητες των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας καθιστούν τα Γραφεία Εκπαίδευσης ξεπερασμένη δομή χωρίς λόγο ύπαρξης. Η ύπαρξη των Γραφείων αποτελεί, ένα επιπλέον επίπεδο διοίκησης, μια ενδιάμεση (Σχολεία – Διεύθυνση) γραφειοκρατική δομή, που καθιστά το σύστημα δυσλειτουργικό. Ο αριθμός των υφισταμένων δομών διοίκησης είναι εξαιρετικά δυσανάλογος προς τις παραγόμενες διοικητικές αποφάσεις και υπερβολικά μεγάλος (450 δ/νσεις και γραφεία), διαμορφώνοντας ένα εξαιρετικά υψηλό κόστος λειτουργίας (ενοίκια κτιρίων, στελέχη, διοικητικοί υπάλληλοι και αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί) που δεν αξιοποιείται παραγωγικά.
Με την κατάργηση των Γραφείων Εκπαίδευσης  οι περιφερειακές υπηρεσίες, που αποτελούν αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, είναι:
α) Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, που υπάγονται απευθείας στ/ον/ην Υπουργό Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
 β) Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας (νομού), οι οποίες υπάγονται στην οικεία Περιφέρεια Εκπαίδευσης.
γ) Οι Σχολικές Μονάδες που υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης.

4.  Η Σχολική Μονάδα
Στο πλαίσιο της νέας δομής, η ενίσχυση της αυτονομίας της Σχολικής Μονάδας και η μετατροπή της από φορέα με αποκλειστικά εκτελεστικές αρμοδιότητες σε φορέα γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής αποτελεί κεντρική επιδίωξη. Οικοδομείται μια νέα κουλτούρα οργάνωσης, σχέσεων και συνεργασίας στο σχολείο, η οποία στηρίζεται στις δημοκρατικές αρχές για τη λήψη αποφάσεων αλλά και στη δέσμευση ότι αυτές θα υλοποιηθούν. Προωθείται το «όραμα» της αυτόνομης στο σχεδιασμό και τη δράση της σχολικής μονάδας, που στηρίζεται στο επαγγελματικό ήθος και τις ικανότητες των εκπαιδευτικών της, στην προσπάθεια των μαθητών και την ενεργό συμμετοχή των γονέων και της τοπικής κοινωνίας για να επιτύχει υψηλούς στόχους και να διαμορφώσει την ιδιαίτερη σχολική κουλτούρα, το απαραίτητο θετικό κλίμα και μια ισχυρή παράδοση που δεσμεύει όλους στη δυναμική πορεία της εκπαιδευτικής μονάδας στο μέλλον. Ένα όραμα για κάθε σχολική μονάδα, που δεν επιβάλλεται από πάνω ή από έξω, αλλά προκύπτει μέσα από την αξιοποίηση των εμπειριών και των ανησυχιών των εκπαιδευτικών, των μαθητών της και των γονέων τους.
Στην κατεύθυνση αυτή αναβαθμίζεται ο ρόλος του διευθυντή, του υποδιευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων, τους αποδίδονται νέες διοικητικές αρμοδιότητες, πολλές από τις οποίες σήμερα ασκούνται από τα καταργούμενα Γραφεία Εκπαίδευσης, εξορθολογίζεται η σχέση ευθύνης και εξουσίας, αίρονται επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, βελτιώνονται οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις άσκησης του διοικητικού έργου, ενισχύονται οι θεσμοί καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου, αποδίδεται ουσιαστικός ρόλος και αποφασιστικές αρμοδιότητες στα συλλογικά όργανα, προωθείται η ανάπτυξη δικτύων σχολικών μονάδων για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων.

Ο διευθυντής του σχολείου καθίσταται ο ηγέτης, ο εμψυχωτής και ο διευκολυντής των αλλαγών στη σχολική του μονάδα. Έχει ευθύνη για την επίτευξη υψηλού επιπέδου επίδοσης και καλής συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο σε εκπαιδευτικό επίπεδο και για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου σε διοικητικό επίπεδο.
Απαλλάσσεται από τα διδακτικά καθήκοντα στις μεγαλύτερες σχολικές μονάδες και είναι υπεύθυνος για:
-     την ομαλή, αρμονική και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου, το συντονισμό της σχολικής ζωής, την εποπτεία της λειτουργίας του σχολείου, την τήρηση των νόμων, των εγκυκλίων και των υπηρεσιακών εντολών, καθώς και του ωρολογίου προγράμματος του σχολείου,
-     το σχεδιασμό, την υλοποίηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, την εκπόνηση και υλοποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης βελτίωσής της και σε συνεργασία με τα στελέχη Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, για την κατάρτιση προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης,
-     τη βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, την άσκηση αποτελεσματικής διεύθυνσης, ελέγχου και εποπτείας και τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν το προσωπικό, όπως οι άδειες  απουσίας,
-     την ηλεκτρονική ενημέρωση των ατομικών υπηρεσιακών φακέλων των εκπαιδευτικών και την αξιόπιστη έγκυρη και έγκαιρη ηλεκτρονική αποτύπωση των στοιχείων της σχολικής μονάδας, καθώς και των οικονομικών δεδομένων και των στοιχείων της αυτοαξιολόγησης,
-     την προώθηση και την εποπτεία εφαρμογής καινοτόμων δράσεων και προγραμμάτων αντισταθμιστικής αγωγής (Ενισχυτική Διδασκαλία, τάξεις υποδοχής κ.λ.π.)
-     την εφαρμογή των αποφάσεων του συλλόγου των διδασκόντων, του συμβουλίου σχολικής κοινότητας και του σχολικού συμβουλίου,
-     τη διαφάνεια και την κοινωνική λογοδοσία και τη συστηματική επαφή με την τοπική κοινωνία και τους θεσμούς της Δια βίου Μάθησης,

Ο υποδιευθυντής του σχολείου, ο οποίος επιλέγεται από το σύλλογο διδασκόντων, αναπληρώνει το διευθυντή του σχολείου, όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται. Βοηθά το διευθυντή στην άσκηση των καθηκόντων του, έχει μειωμένο διδακτικό ωράριο και είναι υπεύθυνος για :
-      τη διεκπεραίωση του έργου που του αναθέτει ο Διευθυντής,
-     τη διεκπεραίωση των εγγράφων, καθώς και την ενημέρωση και τήρηση του αρχείου,
-     τη λειτουργία του ολοήμερου προγράμματος, χωρίς να αφαιρούνται οι σχετικές αρμοδιότητες από τα όργανα διοίκησης του σχολείου, και γι' αυτό παραμένει στο χώρο μέχρι τη λήξη του προγράμματος, τηρουμένων των προβλέψεων για το υποχρεωτικό ωράριο παραμονής στο σχολείο.

Ο Σύλλογος Διδασκόντων του σχολείου αποτελείται από όλο το εκπαιδευτικό προσωπικό γενικής και ειδικής αγωγής καθώς και από το ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό της σχολικής μονάδας, που διδάσκει με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και έχει ως πρόεδρο το διευθυντή του σχολείου. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν στις συνεδριάσεις του συλλόγου εξετάζονται ειδικά θέματα μαθητών μετέχουν και δύο εκπρόσωποί τους που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο των μαθητικών κοινοτήτων. Οι συνεδριάσεις του πραγματοποιούνται μετά τη λήξη της λειτουργίας του σχολείου. Τα μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων ενημερώνουν τους γονείς και κηδεμόνες των μαθητών μια φορά το μήνα εκτός ωρών λειτουργίας του σχολείου σε συγκεκριμένη και δεσμευτική για όλους ημέρα και ώρα, η οποία καθορίζεται με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων.
Ο σύλλογος διδασκόντων αποτελεί συλλογικό όργανο χάραξης κατευθύνσεων για την καλύτερη εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και την καλύτερη λειτουργία του σχολείου. Ως συλλογικό όργανο, αλλά και κάθε μέλος, έχει την ευθύνη για :
-     την εφαρμογή του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος, την υγεία και προστασία των μαθητών, την καθαριότητα των σχολικών χώρων, την οργάνωση της σχολικής ζωής, την ιεράρχηση  των αναγκών του σχολείου και την αντιμετώπιση τους.
-     την αποτελεσματική αξιοποίηση του πλαισίου ευελιξίας που παρέχει στη σχολική μονάδα το εθνικό πλαίσιο προγράμματος σπουδών, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά του σχολείου, προτείνοντας στο Διευθυντή εκπαιδευτικά προγράμματα, καινοτόμες δράσεις, δραστηριότητες και μαθήματα που συνδέονται με την τοπική κοινωνία, την τοπική ιστορία, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, τις παραγωγικές ιδιαιτερότητες και δυνατότητες της περιοχής για τον εμπλουτισμό του προγράμματος σπουδών,
-      την επιλογή εκπαιδευτικού, διδακτικού και εποπτικού υλικού, στις περιπτώσεις και με τη διαδικασία που αυτό προβλέπεται, αλλά και για την υποβολή προτάσεων για το είδος και τη μορφή της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολικής μονάδας,
-     τη συμπλήρωση και προσαρμογή στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες της σχολικής μονάδας του πλαισίου «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας», κατόπιν διαβούλευσης με όλη τη σχολική κοινότητα.

Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας θεσμοθετείται ως όργανο κοινωνικής λογοδοσίας και οικονομικής διαχείρισης της σχολικής μονάδας. Αποτελείται από τον διευθυντή, ως πρόεδρο, ένα μέλος του συλλόγου των διδασκόντων, έναν εκπρόσωπο του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων και έναν εκπρόσωπο των μαθητικών κοινοτήτων για τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας:
-   συμβάλλει στη χάραξη κατευθύνσεων δράσης της σχολικής μονάδας, την αποτελεσματική υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου και την καλύτερη οργάνωση και λειτουργία του σχολείου.
-   επικουρεί τον υπεύθυνο της οικονομικής διαχείρισης, υποστηρίζει την οργάνωση πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων, καθώς και τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την επιτυχή διεκπεραίωση εκπαιδευτικών επισκέψεων, εκδρομών και δραστηριοτήτων εντός και εκτός σχολείου,
-   είναι αποδέκτης, προωθεί προς το διευθυντή του σχολείου και συμβάλλει στη διευθέτηση αιτημάτων του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων ή μεμονωμένων μελών του, που αφορούν στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του σχολείου,
-   σχεδιάζει, επικαιροποιεί κατ’ έτος και προωθεί προς έγκριση από το Σύλλογο Διδασκόντων το σχέδιο για την αντιμετώπιση κρίσεων στη σχολική μονάδα. Επικουρεί το Διευθυντή στην εφαρμογή του σχεδίου, τόσο στις παρεμβάσεις προληπτικού χαρακτήρα, όσο και κατά τη διαχείριση των κρίσεων.

Ο διευθυντής, το σχολικό συμβούλιο και το συμβούλιο σχολικής κοινότητας καλούνται να λειτουργήσουν ως  συνδετικοί κρίκοι μεταξύ της σχολικής μονάδας και της ευρύτερης κοινότητας, στην οποία εντάσσεται το σχολείο. Το σχολείο τίθεται στην υπηρεσία της τοπικής κοινωνίας και μετατρέπεται από κλειστή δομή, που εξυπηρετεί μόνο για μερικές ώρες της ημέρας τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης, με εργαστήρια, βιβλιοθήκες, χώρους πολιτισμού, αθλητικές υποδομές, κ.λ.π., το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετεί τις ανάγκες για πολιτισμό και δια - βίου εκπαίδευση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας, με τελικό στόχο να συσπειρωθούν οι τοπικές κοινωνίες γύρω από το σχολείο, να το χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους ανάγκες (προγράμματα επιμόρφωσης, ενημερωτικές διαλέξεις, αναψυχή, πολιτισμός, άθληση).

Η δημοκρατική οργάνωση της σχολικής κοινότητας προϋποθέτει κανόνες, όρια, κατανομή ρόλων και ευθυνών, την περιγραφή της παιδαγωγικής ελευθερίας και εκπαιδευτικής-υπηρεσιακής ευθύνης, την ιεραρχική διάρθρωση, τη συναίνεση και συμμετοχή, που βασίζονται στον πλουραλισμό των απόψεων και τη συμπόρευση όλων για την επίτευξη των σκοπών της εκπαίδευσης. Στην κατεύθυνση αυτή εισάγεται ο «Κανονισμός λειτουργίας σχολικής μονάδας» που είναι το σύνολο των προϋποθέσεων, των όρων και των κανόνων, που αποτελούν τους πυλώνες για την ευόδωση της αποστολής του σχολείου, για την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών του δράσεων, με τρόπο ποιοτικό και αποτελεσματικό. Οι κανόνες αυτοί αποσκοπούν στο να διατυπωθούν με σαφήνεια οι ρόλοι, οι θεσμικώς αναπτυσσόμενες σχέσεις μεταξύ των μελών και οι όροι προσφοράς όλων -εκπαιδευτικών, μαθητών, γονέων-κηδεμόνων και τοπικής κοινωνίας-  με τελικό στόχο τη διαμόρφωση παιδαγωγικού περιβάλλοντος και διδακτικού κλίματος που βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό, την αποδοχή και την αναγνώριση.
Στο πλαίσιο του «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας» εκσυγχρονίζεται και ενισχύεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των συλλογικών οργάνων (π.χ. του σχολικού συμβουλίου ή του συλλόγου διδασκόντων), ώστε να αντιμετωπιστούν θέματα, όπως η τακτική λειτουργία τους πέραν των ελάχιστων συνεδριάσεων που προβλέπονται από το σχετικό άρθρο του Ν.1566/85, η προετοιμασία των συνεδριάσεων όπως έκδοση πρόσκλησης, καθορισμός θεμάτων, εισηγητών και περίληψης εισηγήσεων, κ.ά., αλλά και να δοθούν κίνητρα στα μέλη τους για συμμετοχή και ανάληψη δημιουργικών πρωτοβουλιών και δράσεων, η έλλειψη των οποίων σήμερα λειτουργεί ανασχετικά και συμβάλλει στην αδρανοποίηση των συλλογικών οργάνων. Το περιεχόμενο του πλαισίου «Κανονισμού λειτουργίας σχολικής μονάδας» και ο τρόπος προσαρμογής του στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες κάθε σχολικής μονάδας, με τη συμμετοχή όλης της σχολικής κοινότητας, ορίζεται με απόφαση του ΥΠΔΒΜΘ.

Εισάγεται ο θεσμός της «Ενότητας σχολικών μονάδων». Σύμφωνα με αυτόν, όμορες σχολικές μονάδες του ίδιου δήμου ομαδοποιούνται και σχηματίζουν ενότητες για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων. Την ευθύνη του συντονισμού αναλαμβάνει ο διευθυντής που κατέχει τη μεγαλύτερη πραγματική διοικητική εμπειρία, ο οποίος προεδρεύει των συνεδριάσεων του συντονιστικού συμβουλίου της ενότητας που αποτελείται από τους διευθυντές και τους προϊσταμένους των σχολικών μονάδων της ενότητας. Έργο του Συντονιστικού Συμβουλίου είναι η υποβολή εισηγήσεων προς τα στελέχη της διοίκησης και της παιδαγωγικής καθοδήγησης για τη ρύθμιση θεμάτων εγγραφών και επαναπροσδιορισμού των ορίων των σχολικών περιφερειών, την κατανομή των μαθητών στις τάξεις υποδοχής και τα τμήματα ένταξης των σχολικών μονάδων της ενότητας, τη συμπλήρωση ωραρίου των εκπαιδευτικών, την ανάπτυξη δικτύων, τη δημιουργία και αξιοποίηση κοινών βιβλιοθηκών και εργαστηρίων, την ανάπτυξη κοινών δράσεων, εκδρομών – επισκέψεων και γενικά εκδηλώσεων, την οργάνωση ενδοσχολικής - διασχολικής επιμόρφωσης, την ενίσχυσή τους με ειδικούς, οι οποίοι θα καλύπτουν όλα τα σχολεία της ενότητας (π.χ. ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός) και για κάθε άλλο θέμα κοινού ενδιαφέροντος.



5.  Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης Περιφερειακής Ενότητας
Πέραν των εμφανών δυσλειτουργιών του συστήματος διοίκησης, είναι παράλληλα αποδεκτή από όλους η διαπίστωση πως η πληθώρα των στελεχών και υπευθύνων καθοδήγησης, με τον, πολλές φορές, αυτόνομο και ασυντόνιστο ρόλο, αντί να συμβάλλει θετικά στην υποστήριξη του εκπαιδευτικού και του έργου του, δημιουργεί αντιφατικές καταστάσεις, πολύπλοκα σχήματα και δεν απέδωσε τα αναμενόμενα στοιχεία εκσυγχρονισμού και βελτίωσης στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η ύπαρξη υπεύθυνων για κάθε τι που επιχειρήθηκε να εισαχθεί στο εκπαιδευτικό μας σύστημα εδώ και δυο δεκαετίες δημιούργησε μια πολυεπίπεδη εκπαιδευτική καθοδηγητική δομή, που λειτουργεί τις περισσότερες φορές παράγοντας εσωτερικές αντιφάσεις. Προκαλεί δυσλειτουργία, που αντί να προωθεί τις καινοτομίες, στην ουσία τεμαχίζει το χώρο του σχολείου και εντέλει την ίδια την εκπαιδευτική πράξη.
Παράλληλα, η λειτουργία των 800 ολοήμερων σχολείων με ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα που προβλέπει τη συνύπαρξη των διαφόρων ειδικοτήτων, δασκάλων, εκπαιδευτικών φυσικής αγωγής, ξένων γλωσσών, μουσικής, εικαστικών, θεατρικής  αγωγής και πληροφορικής κατέδειξε την αναγκαιότητα ύπαρξης κοινού σχεδιασμού, ενότητας μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στο Νέο Σχολείο και ενιαίου καθοδηγητικού και υποστηρικτικού μηχανισμού.
Στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων προωθείται:
-   η κατάργηση των Γραφείων Α/θμιας και Β/θμιας εκπ/σης και περιορισμός των επιπέδων διοίκησης,
-   η ενοποίηση των δομών (διοικητικών και καθοδηγητικών - υποστηρικτικών) που αντιμετωπίζουν κοινά θέματα Α/θμιας και Β/θμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με τη σύσταση ενιαίας διεύθυνσης εκπαίδευσης περιφερειακής ενότητας,
-   ο εξορθολογισμός της οργανωτικής δομής των περιφερειακών υπηρεσιών, η βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού και η βέλτιστη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων (μείωση των ενοικιαζόμενων κτιρίων που στεγάζουν τις περιφερειακές υπηρεσίες, συστέγαση όπου είναι δυνατό κ.λ.π.),
-   η αναδιοργάνωση, ο εξορθολογισμός, η ενίσχυση και ο συντονισμός του συστήματος επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου και η σύσταση νέας, ενιαίας δομής καθοδήγησης και υποστήριξης για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η ίδρυση δομής Στήριξης και Καθοδήγησης δεν αποτελεί νέα δομή, αλλά ενοποίηση υπαρκτών δομών επιμόρφωσης, υποστήριξης, υπεύθυνων και στελεχών καθοδήγησης (σχολικοί σύμβουλοι υπεύθυνοι καινοτόμων δράσεων, υπεύθυνοι υποστήριξης νέων τεχνολογιών, υπεύθυνοι για τον επαγγελματικό προσανατολισμό, κέντρα διάγνωσης και υποστήριξης ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και κάθε είδους προσωπικό, δομή και υποδομή που αφορά στη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων) σε ένα ενιαίο κέντρο. Η σύσταση των δομών στήριξης και καθοδήγησης δεν επιφέρει νέες δαπάνες, γιατί οι σχολικοί σύμβουλοι και οι υπεύθυνοι δράσεων ήδη έχουν γραφεία.
-   η πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου (2011-15), προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή προσαρμογή του συστήματος διοίκησης. Κατά την περίοδο αυτή εξακολουθούν στη λειτουργία τους οι διακριτές διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες περιφερειακές ενότητες ή σύνολα περιφερειακών ενοτήτων και έχουν αναφορά σε συγκεκριμένους «καλλικρατικούς» δήμους ή σε δημοτικές κοινότητες. Παράλληλα συνιστώνται κοινές για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση Διευθύνσεις Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου. Για τον συντονισμό του έργου των διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της αντίστοιχης  Διεύθυνσης Στήριξης Εκπαιδευτικού Έργου, συνιστάται Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού Περιφερειακής Ενότητας, το οποίο αποτελείται από τον προϊστάμενο του Γραφείου Στήριξης και τους διευθυντές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. 
Οι Διευθύνσεις Στήριξης και το Συντονιστικό Συμβούλιο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού  Περιφερειακής Ενότητας αποτελούν το πρώτο βήμα για την ενιαιοποίηση των διακριτών βαθμίδων της εκπαίδευσης μας, για τον εξορθολογισμό και την αποτελεσματική διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού, για τον ενιαίο προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου και τον προγραμματισμό λειτουργίας των σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Με τον Εκπαιδευτικό  Σχεδιασμό  Περιφερειακής Ενότητας δίνονται σύγχρονες απαντήσεις στα εντοπισμένα εκπαιδευτικά ζητήματα, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της αναγκαίας κουλτούρας συνεργασίας, γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα στις δυο βαθμίδες και δίνεται σαφής κατεύθυνση για το μέλλον των δομών της ενιαίας εκπαίδευσης, για ενιαία διοικητική δομή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μετά τη λήξη της θητείας των στελεχών διοίκησης την 31.7.2015 .

6.  Η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης
Η ενίσχυση του επιτελικού και εποπτικού ρόλου του υπουργείου, η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων προς ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων και ο περιορισμός των επιπέδων διοίκησης αποτελούν πολιτικές επιλογές στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της αποκεντρωτικής διαδικασίας που ξεκίνησε με τη  δημιουργία των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης. Με τον θεσμό των Περιφερειακών Διευθύνσεων έχει ενιαιοποιηθεί σε επίπεδο Περιφέρειας η διοίκηση και η επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση της εκπαίδευσης, αλλά δεν έπαψε η άσκηση των αρμοδιοτήτων που τους δόθηκαν να προϋποθέτει πολλές φορές και για τα πιο απλά την έγκριση των κεντρικών διοικητικών οργάνων. Οι προτεινόμενες αλλαγές αποσκοπούν στην ταχύτερη επικοινωνία της διοίκησης με τις σχολικές μονάδες, απαλλάσσοντας τις κεντρικές υπηρεσίες από δυσανάλογο με την αναγκαιότητα γραφειοκρατικό φορτίο, ώστε να αφεθούν απερίσπαστες στο επιτελικό τους έργο.
Προκειμένου η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης να αποτελέσει ουσιαστικό κύτταρο εκπαιδευτικού σχεδιασμού, λήψης και υλοποίησης αποφάσεων, μεταφέρονται στο επίπεδο αυτό σημαντικές αρμοδιότητες, όπως:
-   η εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών σε περιφερειακό επίπεδο,
-   η οργάνωση της εισαγωγικής και ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, η εξειδίκευση και η υλοποίηση των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την επιμόρφωση,
-   η οργάνωση και η στήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης,και η  εποπτεία και ο έλεγχος της επίτευξης των εθνικών επιπέδων που έχουν τεθεί ανά μάθημα,
-   η λήψη αποφάσεων για την ίδρυση, οργάνωση, προαγωγή, συγχώνευση μεταφορά και μετατροπή σχολικών μονάδων,
-   η οργάνωση του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού και εκπαιδευτικών δράσεων που σχετίζονται με την Αγωγή Υγείας, την Περιβαλλοντική Αγωγή, κ.ά.,
-   η μέριμνα για όλα τα μαθητικά θέματα (σίτιση, μεταφορές, στέγαση, κατασκηνώσεις, κλπ).

Γίνεται αντιληπτό ότι ο ρόλος της Περιφερειακής Διεύθυνσης στο νέο περιβάλλον είναι πολυδιάστατος. Η άμεση σχέση και επικοινωνία με τις τοπικές δομές, της επιτρέπει να γνωρίζει τις τοπικές ιδιαιτερότητες κι έτσι η σχέση με το Υπουργείο μπορεί να λειτουργεί αμφίδρομα, να προκαλεί, δηλαδή, την έκδοση οδηγιών και εγγράφων που να στηρίζουν εξειδικευμένα τις σχολικές μονάδες της κάθε περιφέρειας. Για το λόγο αυτό οι περιφερειακές διευθύνσεις ενισχύονται επιστημονικά και διοικητικά και στο οργανόγραμμά τους περιλαμβάνονται νέα τμήματα, ώστε να μετεξελιχθεί σε πλήρως αποκεντρωμένη και ολοκληρωμένη υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας για να μπορεί  να αναδείξει τις  τοπικές ιδιαιτερότητες και να έχει τη δυνατότητα να καταρτίζει και να υλοποιεί «Προγραμματικές Συμφωνίες» με τις αιρετές περιφέρειες. Παράλληλα προωθείται η ενοποίηση της επιστημονικής παιδαγωγικής καθοδήγησης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και σε αυτό το επίπεδο, όπως ενοποιημένα αντιμετωπίζονται και τα εκπαιδευτικά θέματα των δύο βαθμίδων. 



Δυναμική παρέμβαση των εκπαιδευτικών. Το περιφερειακό συμβούλιο υποχρεώθηκε να πάρει θέση για τον σχολικό «Καλλικράτη»

Το πιο σημαντικό ζήτημα που απασχολεί αυτή την περίοδο τα νησιά, οι καταργήσεις και συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, μπορεί να μην ήταν στο πρόγραμμα συζήτησης των θεμάτων του περιφερειακού συμβουλίου, όμως η δυναμική παρέμβαση εκπροσώπων της εκπαίδευσης, υποχρέωσε το σώμα να πάρει θέση. Καθηγητές και δάσκαλοι παρενέβησαν την ώρα της συνεδρίασης και απαίτησαν από το περιφερειακό συμβούλιο, που είναι το ανώτερο αυτοδιοικητικό όργανο στο Νότιο Αιγαίο, να σταθεί δίπλα στον αγώνα των εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών, που ζητούν να μη γίνει καμία συγχώνευση σχολείου στην περιφέρειά μας. Το θέμα τελικά συζητήθηκε στα εκτός ημερησίας διατάξεως. Κατατέθηκαν 4 διαφορετικές προτάσεις και κατά πλειοψηφία εγκρίθηκε αυτή του Περιφερειάρχη Γιάννη Μαχαιρίδη που ζητά από το υπουργείο να επανεξετάσει το σχολικό χάρτη των Κυκλάδων και τις προτεινόμενες συγχωνεύσεις, επικαλούμενος τη νησιωτική ιδιαιτερότητα του Νοτίου Αιγαίου. Η πρόταση του κ. Μαχαιρίδη θεωρείται ήξεις αφίξεις, αφού δεν ζητά ξεκάθαρα από το υπουργείο να πάρει πίσω τις αποφάσεις περί των συγχωνεύσεων που προτείνονται στις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα

Παρέμβαση της εκπαιδευτικής κοινότητας στο περιφερειακό συμβούλιο για τις συγχωνεύσεις των σχολείων
«Πάρτε θέση»
Μετά από πιέσεις των παρατάξεων της μειοψηφίας, δέχθηκε το προεδρείο να συζητηθεί το θέμα στη λίστα των εκτός ημερησίας διατάξεως θεμάτων   Οι συγχωνεύσεις-καταργήσεις των σχολικών μονάδων, που μέχρι στιγμής δεν είχε απασχολήσει το θεσμό της αιρετής Περιφέρειας, ήρθε στο περιφερειακό συμβούλιο έπειτα από παρέμβαση της εκπαιδευτικής κοινότητας του νησιού. Συγκεκριμένα, η Α’ ΕΛΜΕ και ο Σύλλογος Δασκάλων και Νηπιαγωγών Σύρου –Μυκόνου, με συνθήματα και με πανό στα χέρια, «εισέβαλαν» στο περιφερειακό συμβούλιο και ζήτησαν το αυτονόητο. Δηλαδή το σώμα να πάρει θέση επί του θέματος. Και ναι μεν το θέμα συζητήθηκε μετά από πιέσεις των παρατάξεων της μειοψηφίας στα εκτός ημερησίας διατάξεως, αλλά δυστυχώς ούτε και για αυτό το σημαντικό θέμα υπήρξε σύμπνοια, αφού βγήκαν 4 διαφορετικά ψηφίσματα. Κάτω από πίεση συζητήθηκε στα εκτός ημερησίας διατάξεως θέματα Οι αντιδράσεις στο νησί για τις συγχωνεύσεις των σχολείων όχι μόνο δεν βρίσκονται σε ύφεση όσο περνούν οι μέρες, αλλά συνεχώς εντείνονται. Έτσι χθες το πρωί κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του περιφερειακού συμβουλίου, εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, έφτασαν έξω από το πνευματικό κέντρο της Ερμούπολης, τόπο διεξαγωγής του συμβουλίου, όπου με πανό και συνθήματα κατά των συγχωνεύσεων, «εισέβαλαν» στην αίθουσα της συνεδρίασης. Ο εκπαιδευτικός κ. Καλημερίδης απευθυνόμενος προς το σώμα, ζήτησε από τους συμβούλους να τοποθετηθούν επί του θέματος και να πάρουν θέση για τις καταργήσεις των σχολικών μονάδων, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων «ότι στο λεπτό ζήτημα της εκπαίδευσης δεν μπορούν να γίνουν εκπτώσεις. Με ΜΑΤ και βία δεν γίνεται παιδεία», τόνισε ο εκπαιδευτικός, ο οποίος αποχώρησε από το μικρόφωνο καταχειροκροτούμενος από μερίδα περιφερειακών συμβούλων. Το αίτημα των εκπαιδευτικών να συζητηθεί το θέμα των συγχωνεύσεων στο συμβούλιο, δεν βρήκε στην αρχή θετικό το προεδρείο, το οποίο στη συνέχεια κάτω από τις πιέσεις των παρατάξεων της μειοψηφίας, υπαναχώρησε και έθεσε το θέμα στα εκτός ημερησίας διατάξεως θέματα. Οι εκπαιδευτικοί φωνάζοντας συνθήματα και δυσανασχετώντας για την στάση που κράτησε το προεδρείο, αποχώρησαν από την αίθουσα. «Οι συγχωνεύσεις-καταργήσεις των σχολικών μονάδων, θυμίζει σχέδιο «κοπτοραπτικής» με πρωταγωνιστή την υπουργό Παιδείας» Ο επικεφαλής της μείζονος πλειοψηφίας Χαράλαμπος Κόκκινος τοποθετούμενος επί του θέματος αναφέρθηκε στις συγχωνεύσεις-καταργήσεις των σχολικών μονάδων, τονίζοντας ότι το θέμα θυμίζει σχέδιο «κοπτοραπτικής» με πρωταγωνιστή την υπουργό Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου, η οποία μαζί με κομματικά στελέχη, έκοψε και έραψε κατά το δοκούν αυτές τις συνενώσεις, με κριτήρια καθαρά πολιτικά, και οικονομικά κριτήρια. «Έχουμε ακραία παραδείγματα και η περίπτωση της Νάξου είναι χαρακτηριστική. Ο εκπαιδευτικός κόσμος που διαμαρτύρεται και ήρθε στη συνεδρίαση, έχει να αντιμετωπίσει έναν εργασιακό μεσαίωνα, διότι ο εκπαιδευτικός που είναι διορισμένος σε έναν νομό, θα χάσει τις οργανικές θέσεις. Αυτό σημαίνει ότι ο προγραμματισμός που έχει κάνει ο ίδιος και η οικογένειά του, δεν μπορεί να τηρηθεί. Κάποιοι μπορεί να χάσουν τις οργανικές τους θέσεις και να βρεθούν σε άλλο νησί, προκειμένου να υπηρετήσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας. Αναπληρωτές και ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί δεν θα εργάζονται λόγω του ότι δεν θα υπάρχουν οργανικά κενά», επισήμανε ο κ. Κόκκινος. Ο επικεφαλής της μειοψηφίας επισήμανε ότι υπάρχουν και άλλοι παράμετροι όπως ότι θα δημιουργηθούν υπεράριθμες τάξεις μαθητών, όπως και κτιριακές εγκαταστάσεις που δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν λόγω των μαθητών που θα υποδεχθούν. Επίσης, ο κ. Κόκκινος ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του τονίζοντας ότι μπορεί κάθε χρόνο να υπήρχαν συγχωνεύσεις και υποβιβασμοί σχολικών μονάδων, αλλά αυτό γινόταν με τη σύμφωνη γνώμη της αυτοδιοίκησης και ότι ποτέ δεν υπήρξε το φαινόμενο που προωθεί σήμερα το υπουργείο Παιδείας. «Οι καταργήσεις προβλέπονται από τον «Καλλικράτη» Η Λίλα Καφαντάρη, επικεφαλής της «Λαϊκής Συσπείρωσης», υπογράμμισε ότι οι συγχωνεύσεις των σχολείων προβλέπονταν από το σχέδιο «Καλλικράτης», τονίζοντας ότι θα πρέπει να πέσουν οι «μάσκες», διότι όσοι ψήφισαν και στήριξαν τη διοικητική μεταρρύθμιση, έχουν ευθύνες για αυτό που γίνεται σήμερα με την εκπαίδευση. «Η παιδεία πάει προς ιδιωτικοποίηση και θα στοιχίζει όλο και περισσότερο πιο ακριβά, όταν προ κρίσης 200.000 ελληνόπουλα για οικονομικούς λόγους ήταν εκτός από τη βασική εκπαίδευση. Αναδεικνύουμε λοιπόν τι είναι ο «Καλλικράτης» και μέσα από αυτό το πρόβλημα και λέμε ότι αν δεν σταματήσει αυτή η κατάσταση, δηλαδή το κράτος να κάνει «πάσα» από εδώ και από εκεί τις αρμοδιότητες για τις κοινωνικές υπηρεσίες και τις κοινωνικές δομές και να μην υπάρχει σωστός σχεδιασμός για δημόσια δωρεάν παιδεία για όλους, ακόμα περισσότερα σχολειά θα κλείσουν. Άρα όσοι ψήφισαν τον «Καλλικράτη» έχουν ευθύνες για τις συγχωνεύσεις και δεν μπορούν να βγαίνουν εκ των υστέρων και να επικαλούνται άλλα», δήλωσε η κ. Καφαντάρη. «Οι κινητοποιήσεις και στη Σύρο, αλλά και αλλού, ανάγκασαν την υπουργό να πει ότι θα επανεξετάσει τις συγχωνεύσεις» Ο επικεφαλής της παράταξης «Πολίτες κόντρα στον καιρό» Νίκος Συρμαλένιος στην δική του τοποθέτηση καυτηρίασε το γεγονός ότι το περιφερειακό συμβούλιο δεν έχει συζητήσει το θέμα εδώ και 1,5 μήνα από τη στιγμή που εκείνος το είχε θέσει, επισημαίνοντας ότι δεν μπορούν να συγχωνεύονται σχολεία μόνο και μόνο για οικονομικούς λόγους. «Θεωρώ ότι το περιφερειακό συμβούλιο δεν μπορεί να μένει αμέτοχο σε τέτοιου είδους εξελίξεις, αλλά πρέπει να παίρνει θέση στην ώρα που υπάρχει το πρόβλημα και όχι κατόπιν εορτής. Η συζήτηση που θέλατε να αναβάλλετε για την επόμενη ή μεθεπόμενη συνεδρίαση, μπορεί να ήταν μια συζήτηση ακαδημαϊκού χαρακτήρα, μπορεί και άνευ ουσίας, διότι τώρα παίζονται οι αποφάσεις. Οι κινητοποιήσεις και στη Σύρο, αλλά και αλλού, ανάγκασαν την υπουργό να πει ότι θα επανεξετάσει τις συγχωνεύσεις και βεβαίως αναγκάστηκαν οι περιφερειακοί διευθυντές εκπαίδευσης να πουν χιλιάδες ψέματα. Μην ξεχνάμε ότι και η τοπική αυτοδιοίκηση δεν δέχθηκε τις συγχωνεύσεις, όπως ο δήμος Σύρου, αλλά ακόμα και η ΤΕΔΚ», επισήμανε ο κ. Συρμαλένιος, ο οποίος αναφέρθηκε και εκείνος στο γεγονός ότι το υπουργείο Παιδείας πήρε αποφάσεις ερήμην της αυτοδιοίκησης. «Το σχέδιο του υπουργείου είναι πρόχειρο» Ο Νίκος Χρυσόγελος από τον «Οικολογικό άνεμο» επισήμανε ότι το σχέδιο του υπουργείου είναι εντελώς πρόχειρο, ενώ στη συνέχεια παρουσίασε πολλά παραδείγματα για το πώς μπορεί να αλλάξει το σύστημα παιδείας προς το συμφέρον των μαθητών, όπως είπε. «Πιστεύω ότι η απόφαση της κυβέρνησης για τις συνενώσεις των σχολείων είναι πρόχειρη και δεν βασίζεται σε παιδαγωγικά κριτήρια, διότι η νομοθεσία προβλέπει πως γίνονται αυτές οι συνενώσεις. Θα έπρεπε να γίνει διαβούλευση, να συζητηθεί με την αυτοδιοίκηση και με τους εκπαιδευτικούς και μετά όπου ήταν αυτό απαραίτητο, το υπουργείο να έκανε τις συγχωνεύσεις. Θα έλεγα όμως ότι υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα εκτός από το οικονομικό, που είναι και ο παιδαγωγικός παράγοντας. Πόσο μπορούμε να ταλαιπωρούμε τα παιδιά μεταφέροντάς τα από το ένα σημείο στο άλλο; Πρέπει να υπάρχει και ένα όριο», επισήμανε ο μεταξύ άλλων ο κ. Χρυσόγελος.




«Δεν πρέπει να μας διακατέχουν φοβικά σύνδρομα» Ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου Γιάννης Μαχαιρίδης υποστήριξε ότι ίσως είναι ο μοναδικός υπέρμαχος και ο μοναδικός που πάλεψε για τη νησιωτικότητα του χώρου και κυρίως να υπάρχει η δυνατότητα στις μικρές απομακρυσμένες κοινωνίες, να έχουν τη δυνατότητα των ίσων δικαιωμάτων με τα παιδιά που ζουν στις μεγάλες πόλεις. Ο κ. Μαχαιρίδης τόνισε ότι για το θέμα πρέπει να εξεταστούν πολλοί παράγοντες και κυρίως θα πρέπει να εξετάζονται οι ιδιαιτερότητες, δηλώνοντας υπέρμαχος των αλλαγών εκείνων που μπορούν να στηρίξουν την αναβάθμιση της παιδείας, η οποία όπως είπε, είναι ο μοναδικός παράγοντας στον οποίο μπορούμε να επενδύσουμε ως έθνος. «Όλοι θέλουμε να παιδιά μας να μάθουνε γράμματα, αλλά όλοι ταμπουρωνόμαστε πίσω από το να μη φύγει το παιδί από το σχολείο και ας λειτουργεί αυτό με 5 και 6 μαθητές, γνωρίζοντας ότι εκεί δεν παρέχεται εκπαίδευση. Δεν παρέχεται εκπαίδευση με έναν δάσκαλο που πρέπει να διδάξει στους μαθητές της α’ και β’ τάξης του δημοτικού. Πάντα πρέπει να πρυτανεύουν τα παιδαγωγικά κριτήρια. Είμαστε ικανοποιημένοι από τις παροχές του συστήματος της παιδείας; Αν δεν είμαστε ικανοποιημένοι, πρέπει και εμείς να συμβάλουμε για να προχωρήσουμε στο μέλλον και όχι να γυρίζουμε στο παρελθόν. Όχι αυτό δεν γίνεται, όχι αυτά τα σχολεία μην τα πειράζεις, όχι. Πρέπει αυτά να αλλάξουν», επισήμανε μεταξύ άλλων ο κ. Μαχαιρίδης, αφήνοντς ταυτόχρονα αιχμές προς τους εκπαιδευτικούς που – όπως είπε - εργάζονται μόνο για 2 ώρες την ημέρα, υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο είναι αντιπαραγωγικό. Καμία σύμπνοια, αφού βγήκαν 4 διαφορετικά ψηφίσματα Δυστυχώς και σε αυτό το θέμα, δεν επικράτησε η σύμπνοια μεταξύ των παρατάξεων, αφού βγήκαν 4 διαφορετικά ψηφίσματα, με αυτό του Περιφερειάρχη να περνά οριακά, λόγω αποχωρήσεων συμβούλων, κατά πλειοψηφία. Το ψήφισμα αναφέρει τα εξής: «Το Περιφερειακό Συμβούλιο λαμβάνοντας υπ’ όψιν την προσπάθεια του εκσυγχρονισμού και της αναβάθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος, θεωρεί ότι η επένδυση στην παιδεία είναι η καλύτερη επένδυση για το μέλλον. Η καλή λειτουργία του σχολείου, πρέπει να συμβάλει στη σωστή μόρφωση και να εξοπλίσει με τα όσα δυνατότερα εφόδια τα παιδιά μας, ώστε να είναι ισότιμα μέλη στο άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η απόφαση για συγχωνεύσεις σχολείων στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, πρέπει να επανεξεταστεί λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ιδιαιτερότητες του γεωγραφικού χώρου, του ανάγλυφου του εδάφους και των τοπικών κοινωνικών, με παιδαγωγικά κριτήρια».

Πηγή : Κοινή Γνώμη

30 Μαρτίου 2011

Απεργιακές κινητοποιήσεις του Συλλόγου στη Σύρο και στη Μύκονο

Απεργιακή συγκέντρωση και πορεία πραγματοποίησε ο σύλλογος μας στις 30 Μάρτη στη Σύρο μαζί με την Α ΕΛΜΕ Κυκλάδων. Η πορεία κατευθύνθηκε στο Πνευματικό Κέντρο, όπου συνεδρίαζε το αιρετό περιφερειακό συμβούλιο, προκειμένου να παρθεί απόφαση από την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου ενάντια στις συγχωνεύσεις καταργήσεις σχολικών μονάδων.

Πορεία πραγματοποιήθηκε και στη Μύκονο ενάντια στους υποβιβασμούς των νηπιαγωγείων του Μαραθίου και της Ανω Μεράς.




29 Μαρτίου 2011

Εκπαιδευτική πολιτική, «παιδαγωγισμός» και κυνισμός: Η περίπτωση της συγχώνευσης σχολικών μονάδων,


Γιώργος Μαυρογιώργος                                                               
                                                
Μεγάλη ένταση παρατηρείται, τον τελευταίο καιρό, στο περιεχόμενο και στις μορφές κοινωνικής διαμαρτυρίας που εκδηλώνονται, με αφορμή τη συνολική ανασυγκρότηση που επιχειρείται στην εκπαίδευση, κάτω από την ασφυκτική «επιτήρηση» των εγχώριων και διεθνών δανειστών. Οι πολιτικές συρρίκνωσης του κράτους πρόνοιας και κατάργησης κοινωνικών κατακτήσεων των εργαζομένων, που υπαγορεύονται ή που ασκούνται στο όνομα του «μνημονίου, έχουν στο επίκεντρο και την εκπαίδευση ,σε όλες τις βαθμίδες της. Οι «δυνάμεις της αγοράς» επιβάλλουν πολιτικές που μετατρέπουν και την εκπαίδευση σε αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Έχουν φιλοξενηθεί πολύ ενδιαφέρουσες αναλύσεις, σε αυτή την ιστοσελίδα και σε ορισμένα περιοδικά, που  αναδεικνύουν τα πολύ σημαντικά ζητήματα που διακυβεύονται με τις επιχειρούμενες  αλλαγές. Σε αυτό το κείμενο, θα καταπιαστούμε ενδεικτικά με την υπόθεση της «συγχώνευσης» σχολικών μονάδων και την αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων. Σκοπός μας είναι να αναδείξουμε πτυχές ενός ιδιότυπου «παιδαγωγικού μυστικισμού» που κυριαρχεί στη θεμελίωση των σχετικών επιλογών.
Δεν είναι πρώτη φορά που οι πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας καταφεύγουν, τα τελευταία χρόνια, στην «παιδαγωγική»(!).Αυτές τις ημέρες η Υπουργός δήλωνε, για το θέμα των «συγχωνεύσεων»,ότι «έχει γίνει σοβαρή και οργανωμένη δουλειά και …όπου υπάρχουν τεκμηριωμένες και ήρεμες προσεγγίσεις και όπου τα επιχειρήματα είναι παιδαγωγικά»,τα ζητήματα θα αντιμετωπιστούν.  Καταβάλλεται, δηλαδή, προσπάθεια ώστε η θεωρητική θεμελίωση των μέτρων, που εισηγούνται οι εξουσιαστικοί φορείς, να γίνεται με συστηματική αναφορά σε συγκεκριμέ­νους παιδαγωγικούς όρους και ψυχολογικές προϋποθέσεις. Τα κείμενα που δίνουν στη δημοσιότητα και οι δηλώσεις, δηλαδή, δεν είναι απλώς ρυθμιστικές και κανονιστικές προτάσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Εμπεριέχουν θεωρητικές αναφορές συγκεκριμένης παιδαγωγικής και ψυχολογι­κής προσέγγισης.
 Το «Νέο Σχολείο» π.χ.  και το πρόταγμα «πρώτα ο μαθητής» παραπέμπουν στο ρεύμα της «Νέας»,τότε, «Αγωγής».Το ίδιο και η πολιτική επιλογή των «συγχωνεύσεων» ή των «συνενώσεων». Αυτή προβάλλεται ως αναγκαία «για παιδαγωγικούς λόγους». Με άλλα λόγια, οι αλλαγές προβάλλονται ως παιδαγωγικές και όχι ως πολιτικές επι­λογές. Έχουμε, δηλαδή, ένα είδος παιδαγωγίζουσας και ψυχολογί­ζουσας εκπαιδευτικής πολιτικής που συγκαλύπτει τις πραγματικές αφετηρίες και προεκτάσεις των μέτρων που προωθεί. Η έξαρση που σημειώνεται, τελευταία, ίσως, να οφείλεται στο γεγονός ότι το Υπουργείο Παιδείας έχει καταληφθεί από «παιδαγωγούντες» ή/και «ψυχολογίζοντες» συμβούλους και ομάδες ειδικών στα υπό «συγχώνευση»(κι αυτά!) συμβουλευτικά όργανα (ΠΙ, ΚΕΕ, ΟΕΠΕΚ).Βέβαιο είναι ότι αυτός ο «παιδαγωγικός μυστικισμός» επιστρατεύεται  για ιδεολογική νομιμοποίηση των μέτρων.
Εκείνο που μπορεί να επισημάνει κανείς  είναι ότι κατά τη σχετική συζήτηση τα εκπαιδευτικά ζητήματα μάλλον απλοποιούνται και αποστεώνονται από τις κοινωνικοπολιτικές τους  παραμέτρους, με αφοριστικές γενικεύσεις και “λύσεις”,με την επίκληση απλοϊκών και υπεραπλουστευτικών εκδοχών. Σε περιόδους  έντονης γενικευμένης κρίσης, όπου εκδηλώνονται βίαιες επιθέσεις στις εργασιακές σχέσεις,  στο κράτος πρόνοιας και στις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων, αυτού του είδους οι ισχυρισμοί αποκτούν τα χαρακτηριστικά «ρύπων» που αλλοιώνουν και συσκοτίζουν την πραγματικότητα.
Δε θα ασχοληθούμε με όλες τις πτυχές του θέματος της συγχώνευσης σχολικών μονάδων. Ας σημειώσουμε, πάντως, πως δεν υπάρχει συγχώνευση ή συνένωση, χωρίς να προϋποθέτει κατάργηση σχολικών μονάδων. Ουσιαστικά, καταργούνται σχολικές μονάδες και δημιουργούνται νέες, με νέα κοινωνική σύνθεση μαθητικού πληθυσμού, με νέα σύνθεση διδακτικού προσωπικού, σε νέες συνθήκες γεωγραφικής «εντοπιότητας» και εγγύτητας, με νέους ποσοτικούς προσδιορισμούς, κ .α Στο σύνολό τους αυτά αλλάζουν  και αλλοιώνουν δραματικά τα χαρακτηριστικά των σχολικών μονάδων που καταργούνται. Ας αφήσουμε τις υποδομές, τις οργανωτικές διευθετήσεις, τις αποστάσεις, τις μετακινήσεις, κ.α. Φαίνεται ότι στο θέμα των μετακινήσεων το Υπουργείο αντλεί από το παράδειγμα των ιδιωτικών σχολείων, όπου οι μαθητές κάθε μέρα «περιφέρονται» με λεωφορεία στους δρόμους των μεγαλουπόλεων, πριν πάνε για «μάθημα».
Στη σχετική  συζήτηση κομβικό σημείο είναι και η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων. Είναι φανερό ότι οι επιχειρούμενες συγχωνεύσεις-και οι μελλοντικές που θα ακολουθήσουν- θα τραβήξουν στα άκρα  την προβλεπόμενη αναλογία 1:25-30.Θα εστιάσουμε την ανάλυσή μας στην ανάδειξη  της παραπλάνησης που επιχειρείται, με την επίκληση  «παιδαγωγικών λόγων».

Η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων 1:25-30: αυθαίρετη και «τυφλή»

Οι συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων ,ανάμεσα σε άλλα, οριοθετούνται με βάση και την αναλογία 1:25-30.Πρόκειται,προφανώς, για μια επινόηση που υπακούει σε λογιστικές/διαχειριστικές λογικές που έχουν να κάνουν αποκλειστικά με το κόστος εκπαίδευσης  ανά μαθητή. Γίνεται, μάλιστα, επίκληση αντίστοιχων ευρωπαϊκών στατιστικών για λόγους συγκριτικής νομιμοποίησης, ερήμην άλλων σημαντικών δεικτών που έχουν να κάνουν με τις  συνιστώσες των εκπαιδευτικών συστημάτων των άλλων χωρών. Θεωρούμε πως είναι, έτσι κι αλλιώς, κοινωνικά και πολιτισμικά «τυφλός» ένας δείκτης αναλογίας διδασκόντων-διδασκομένων, όταν  προκύπτει από μια  απλή διαίρεση του αριθμού των φερομένων ως εγγεγραμμένων μαθητών δια του αριθμού των φερομένων ως διορισμένων/ εργαζομένων εκπαιδευτικών. Αλήθεια, πώς  συνδέεται αυτή η πολιτική των συγχωνεύσεων με τη χρηματοδοτούμενη δράση «Ζώνες Εκπαιδευτικής προτεραιότητας»; Έχουμε υπόψη έρευνα που έχει γίνει στην Ελλάδα με καταληκτικό συμπέρασμα ότι «Τα μικρά σχολεία  προσφέρονται για μεγάλες προσδοκίες»(2002).Σε δύο διαδοχικές μελέτες για λογαριασμό της ΟΥΝΕΣΚΟ (1989,1994),με αντικείμενο τα μονοθέσια και ολιγοθέσια σχολεία στην Ελλάδα, είχαμε προτείνει την προστασία των μικρών σχολείων και την ουσιαστική ενίσχυση της λειτουργίας, τους με ειδικά προγράμματα, εκπαιδευτικό υλικό ,τη δημιουργία εκπαιδευτικών δικτύων και την αξιοποίηση της εκπαιδευτικής τεχνολογίας.
Για να επανέλθουμε στο ειδικότερο θέμα που μας απασχολεί, θα υποστηρίζαμε την άποψη ότι η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων δε μπορεί να είναι υπόθεση μιας απλής και γενικευμένης  διαίρεσης. Κάθε σχολική μονάδα έχει τα δικά της φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά:τη γεωγραφική της θέση, τον  αριθμό μαθητών, την κοινωνική και πολιτισμική τους σύνθεση , δείκτες διαρροής και εγκατάλειψης, σχολικής υπο-επίδοσης, σχολικής αποτυχίας, τακτικής φοίτησης, σκασιαρχείου, κ.α. Αυτοί είναι οι σημαντικοί δείκτες που, σε επίπεδο σχολικών μονάδων, ορίζουν, την αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων σε ένα σχολείο που έχει «Πρώτα το Μαθητή».Κι αυτή η αναλογία προκύπτει, με τη συνεκτίμηση όλων αυτών των παραμέτρων, και είναι προγραμματικά  κυμαινόμενη/ρευστή/δυναμική και όχι μαθηματική/στατική και κοινωνικά «τυφλή».Γιατί ,άραγε, όλη αυτή η μεγάλη συζήτηση για την «αυτοαξιολόγηση»των σχολικών μονάδων; Αντί για αυτή, δε θα μπορούσαν οι σχολικές μονάδες ,με βάση τα φυσιογνωμικά τους χαρακτηριστικά, να καταγράφουν τις ανάγκες τους, να προγραμματίζουν το έργο τους και να διαμορφώνουν την «εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική»,διεκδικώντας και εξασφαλίζοντας αντίστοιχη αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων; Και η υπόθεση αυτή δεν ενδιαφέρει αποκλειστικά τους εκπαιδευτικούς. Πρωτίστως, ενδιαφέρει τους γονείς και τους μαθητές.

Να κάνουμε την παιδαγωγική πιο πολιτική;


Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, και αυτή η πρόταση εμπεριέχει τη στρατευμένη πολιτική παιδαγωγική της. Μια παιδαγωγική που αναγνωρίζει ότι η εργασία των εκπαιδευτικών σε ένα σχολείο που συνεχώς αλλάζει είναι όλο και πιο περίπλοκη και σύνθετη. Το σχολείο δεν είναι «νέο» επειδή το Υπουργείο Παιδείας έβγαλε από τη ναφθαλίνη το σλόγκαν Τρίτση του 1987. Το σημερινό σχολείο έχει προκύψει, μετά από πολλούς αγώνες και διεκδικήσεις για την κατάργηση των εξεταστικών φραγμών, τις αλλαγές στη μορφή και στο περιεχόμενο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το σχολείο είναι νέο λόγω των ευρύτερων κοινωνικών αλλαγών που έχουν μπει στο σχολείο «απ το παράθυρο» Είναι πιο μαζικό ,από πριν, και επιτρέπει, έτσι, στις κοινωνικές αντιφάσεις να αποτυπώνονται όλο και πιο έντονα στις καθημερινές πρακτικές. Κοινωνική διάκριση, αποκλεισμός, διαρροή και εγκατάλειψη σχολείου, διάκριση φύλων, υπο-επίδοση, απαξίωση των τίτλων σπουδών, κίνητρα, πολυπολιτισμική  σύνθεση της τάξης, υποχρεωτική παρακολούθηση κ.α. συνθέτουν ένα ιδιαίτερα ανοιχτό σε συγκρούσεις, σε διλήμματα και σε αντιφάσεις πεδίο παιδαγωγικής πράξης. Οι άτακτες μετακινήσεις πληθυσμών (μετανάστευση) έχουν συντελέσει ώστε η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού να έχει πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Αυτή η εξέλιξη αναδεικνύει, με υψηλό βαθμό προτεραιότητας, νέα κοινωνιολογικά, παιδαγωγικά και διδακτικά ζητήματα για τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται στο σχολείο. Η μαζικοποίηση της εκπαίδευσης σε συνδυασμό με την συντελούμενη αποσύνδεση(υποβάθμιση) των τίτλων σπουδών από την απασχόληση  έχουν συντελέσει ώστε να είναι αντικειμενικά ξεπερασμένες παλαιότερες θεωρίες και πρακτικές κινήτρων, ενθάρρυνσης και ενίσχυσης των μαθητών/τριών κτλ.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό,  αναδεικνύουν προτεραιότητες για μια άλλη παιδαγωγική: την παιδαγωγική της αισιοδοξίας, την παιδαγωγική της άμβλυνσης των διάφορων μορφών διάκρισης, την παιδαγωγική του τακτ, του σεβασμού και της αναγνώρισης του άλλου, την παιδαγωγική της μέριμνας, της έγνοιας ,της φροντίδας , την παιδαγωγική της θετικής αξιολόγησης και θετικής διάκρισης, κ.τ.ο. Σ’ αυτό το πεδίο ο εκπαιδευτικός καλείται να ενσωματώνει στα τυπικά και συμβατικά του μαθήματα εμπειρίες πολύμορφου εγγραματισμού, αγωγής ελεύθερου χρόνου, αγωγής υγείας, αγωγής περιβάλλοντος και του ενεργού πολίτη, αγωγής κοινωνικής αλληλεγγύης, αγωγής επικοινωνίας και συνεργασίας, αγωγής ειρηνικής συνύπαρξης, κ.ά. Όλα αυτά προϋποθέτουν την κατανόηση της συνολικής κοινωνικής λειτουργίας του σχολείου στις νέες συνθήκες και αντίστοιχες συλλογικές μορφές παρέμβασης. Για να μπορούν μαθητές και εκπαιδευτικοί να ανταποκρίνονται  σε αυτές τις συνθήκες και όρους, η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων δε μπορεί να υπακούει στους μηχανιστικούς μαθηματικούς υπολογισμούς μιας διαχείρισης που επιχειρείται, με το πρόσχημα του «μνημονίου», και να αποτελεί κριτήριο των συγχωνεύσεων.
Αν σκεφτούμε το ζήτημα κι από τη μεριά των εκπαιδευτικών, ο μεγάλος αριθμός μαθητών κατά τμήμα προσδιορίζει σε σημαντικό βαθμό την εντατικοποίηση των όρων εργασίας τους. Όσο πιο πολύ εντατικοποιείται η εργασία των εκπαιδευτικών (με τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές αλλαγές, αιφνιδιασμός αλλαγών, από-ειδίκευση, επανειδίκευση, αριθμός μαθητών κατά τάξη, κοινωνική σύνθεση μαθητών τάξης, νέες ανάγκες, κ.α.) άλλο τόσο είναι εκτεθειμένοι στην παγίδα μιας διαδικασίας που ευνοεί την τυπική διεκπεραίωση του έργου τους, στην απόσυρση και την αποκαρδίωση. Από αυτή την άποψη, η αντίθεση και η πάλη των εκπαιδευτικών ενάντια στις επιχειρούμενες αλλαγές θεμελιώνονται και επιστημονικά και πολιτικά. Αντιστέκονται σε πολιτικές που, στο σύνολό τους και σε συνδυασμό, αλλοιώνουν τη δομή και το περιεχόμενο του σχολείου, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα αναπτύσσεται η παιδαγωγική σχέση ,τις συνθήκες και όρους εργασίας τους, τις εργασιακές σχέσεις.
Σε επιμορφωτικό σεμινάριο εκπαιδευτικών, πριν λίγα χρόνια, προσπαθούσαμε να τεκμηριώσουμε την άποψη ότι η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων είναι από τις πιο σημαντικές παραμέτρους που προσδιορίζουν τη σχέση διδασκαλίας- μάθησης, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, όπως είναι το περιεχόμενο των  εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και ο ίδιος ο δάσκαλος. Καθηγήτρια σε επαρχιακό λύκειο υποστήριξε με πολλή δραματικό τρόπο: «Έχω 5 μαθητές στην Α τάξη. Αν και είναι πολύ μικρός ο αριθμός δεν μπορώ να κάνω μάθημα!  Τους εξηγώ για το ρήμα…Όταν τους ζητάω να μου πουν ένα παράδειγμα ρήματος που να τελειώνει σε –ω, μου απαντούν: εγώ, κυρία…».
Ρωτήσαμε τους άλλους συναδέλφους της ομάδας, εάν αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα στις δικές τους τάξεις των 25 μαθητών, και η απάντησή τους ήταν αρνητική! Πολύ σύντομα, ωστόσο, μετά από συζήτηση, καταλήξαμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
1.Στις τάξεις των 25 μαθητών/τριών, υπάρχουν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο οι αντίστοιχοι «5»(που δεν ξέρουν τι είναι ρήμα), μόνο που δεν γίνονται  «ορατοί»…Είναι αυτοί που χάνονται στο πλήθος των 25.Το μάθημα «γίνεται» με τους άλλους 10-15 και «καλύπτεται η ύλη»…Οι 25-30 μαθητές στην τάξη κάνουν τους όποιους μαθητές έχουν δυσκολίες «δυσδιάκριτους»,εκτός κι αν επιδίδονται σε επιχειρήσεις ιδιότυπου «ανταρτοπόλεμου».
2.Στη συγκεκριμένη περίπτωση του Λυκείου, το  πρόβλημα δεν ήταν η αναλογία 1:5 που δε βοηθούσε στο να γίνει το μάθημα.  Ήταν η μεταφορά των «εκκρεμοτήτων» από τάξη σε τάξη, στο εννιάχρονο σχολείο που προηγήθηκε. Είχαν κυριαρχήσει πολιτικές ακώλυτης προαγωγής, χωρίς πολιτικές για  ουσιαστική έγκαιρη προληπτική αντισταθμιστική παιδαγωγική παρέμβαση υπέρ των μαθητών που συναντούν δυσκολίες στην απόκτηση των θεμελιωδών γνώσεων και ικανοτήτων για την επόμενη βαθμίδα.. Άραγε, στα «γκρουπάδικα» των φροντιστηρίων ποια είναι η αναλογία;

Ο κυνισμός της σπατάλης και των περικοπών και η διέξοδος

Συνήθως, στο ζήτημα  της συγχώνευσης και  αναλογίας διδασκόντων-διδασκομένων γίνεται αναφορά σε λόγους ορθολογικής οικονομικής διαχείρισης και περιστολής δαπανών. Εδώ έχουμε να  κάνουμε κάποιες επισημάνσεις:
1Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το 2006 , σε ανακοίνωσή της προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προτείνει συντονισμένες προσπάθειες για συστηματική σύνδεση αποδοτικότητας και ισότητας , μια και «είναι, ουσιαστικά, αλληλοενισχυόμενοι στόχοι ». Όπως αναφέρεται, «οι επενδύσεις στην εκπαίδευση αργούν να αποφέρουν καρπούς». Επομένως, οι χρηματοδοτικές προτεραιότητες απαιτούν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Στην έκθεση τονίζεται ιδιαίτερα ότι «η προσχολική εκπαίδευση έχει τα υψηλότερα ποσοστά απόδοσης σε όλη τη διά βίου μαθησιακή πορεία...και ότι τα αποτελέσματα αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου». Κι αλλού: « Η έλλειψη επενδύσεων σε μικρή ηλικία συνεπάγεται σημαντικά υψηλότερες διορθωτικές δαπάνες σε μεταγενέστερα στάδια της ζωής, κάτι που είναι λιγότερο αποδοτικό από οικονομική πλευρά. Αυτό μπορεί να σημαίνει αυξημένες δαπάνες για τις πολιτικές καταπολέμησης της εγκληματικότητας, της πρόνοιας, της ανεργίας, της υγείας ,κ.α.
Η Ευρωπαική ΄Ενωση ανακαλύπτει, με μεγάλη χρονική καθυστέρηση, τα δεδομένα που έχουν τεκμηριωθεί από την πολύ γνωστή μακροχρόνια έρευνα του High/Scope Perry Preschool Project, που συμπληρώνει 45 χρόνια. Το 2005, τα υποκείμενα των δύο ομάδων της έρευνας (πειραματικής και ελέγχου) ήταν στα 40 τους χρόνια. Η τελευταία έκθεση ενδιάμεσης αξιολόγησης έχει δοθεί στη δημοσιότητα. Είχαν προηγηθεί και άλλες εκθέσεις στις ηλικίες 3 έως 11 και, ακολούθως, στα 14,15,19 και στα 27.Σύμφωνα με την έκθεση, το εμπλουτισμένο πρόγραμμα προσχολικής εκπαίδευσης που παρακολούθησαν το 1962-64 τα νήπια, είχε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: ήταν διάρκειας 2 ετών, 2,5 ώρες την ημέρα, τακτική εβδομαδιαία συνεργασία με τους γονείς, αυθόρμητες δραστηριότητες των νηπίων με νηπιαγωγούς που είχαν πολύ καλές σπουδές και ήταν σε διαρκή επιμόρφωση. Η αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων ήταν 1:5
Το σημαντικό εύρημα που επιβεβαιώνεται από όλα τα μέχρι τώρα στάδια του προγράμματος είναι ότι ένα υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικό πρόγραμμα προσχολικής εκπαίδευσης ,σε παιδιά που προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, συμβάλλει αποφασιστικά στην υποστήριξη της διανοητικής και κοινωνικής τους ανάπτυξης, τη σχολική επιτυχία, τις παραπέρα σπουδές, την οικονομική τους ευρωστία και τη δραστική μείωση εγκληματικών και άλλων αντικοινωνικών συμπεριφορών. Μάλιστα, η ανάλυση της σχέσης κόστους -απόδοσης δείχνει ότι ένα δολάριο επένδυσης στην προσχολική εκπαίδευση αποδίδει μακροπρόθεσμα εφταπλάσια. Είναι φανερό πως έχουμε να κάνουμε με έναν ιδιότυπο απολογισμό «χρηματιστηρίου». Εκείνο, ωστόσο, που μπορούμε να κρατήσουμε είναι ότι  δαπάνες που περικόπτονται από την εκπαίδευση αντικειμενικά καταβάλλονται ετεροχρονισμένα (στο μέλλον) στην άσκηση πολιτικών που έρχονται εκ των υστέρων να αντιμετωπίσουν σοβαρά κοινωνικά ζητήματα..
2. Μέσα στη δίνη των περικοπών του «μνημονίου»,είναι ευδιάκριτο ότι όσοι συμμετέχουν στην υπόθεση διαμόρφωσης και άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής για την εκπαίδευση ενδιαφέρονται μάλλον για τη νόμιμη σπατάλη και την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων του ΕΣΠΑ. Καταφεύγουν στη διαβούλευση, την έρευνα και την εκπόνηση νέων αλλεπάλληλων μελετών αμφίβολης εγκυρότητας και αξιοπιστίας. Για να περιοριστούμε σε παραδείγματα: Το ΠΙ και ο ΟΕΠΕΚ, είχαν εκπονήσει σχετικά πρόσφατα (Κυβέρνηση ΝΔ:2007-08) μελέτες «ανίχνευσης επιμορφωτικών αναγκών»(κατά βαθμίδα και ειδίκευση).Μάλιστα, πολλοί από τους ειδικούς των μελετών αυτών είναι και σύμβουλοι, σήμερα,στο Υπουργείο Παιδείας. Το ερώτημα είναι:γιατί ανατέθηκαν νέες μελέτες για την ανίχνευση των επιμορφωτικών  αναγκών; Μήπως η σκοπιμότητά τους προέκυψε από τη σύλληψη της ιδέας του λεγόμενου «μείζονος προγράμματος επιμόρφωσης»; Ποια είναι η μήτρα για την οργανωτική «πατέντα» αυτού του προγράμματος, με τόσο υψηλό προϋπολογισμό; Γιατί απαιτείται χρηματοδότηση μελέτης για τη συγχώνευση του ΟΕΠΕΚ, του ΚΕΕ και του ΠΙ; Ποια είναι η δυσκολία για τη συγχώνευση οργανισμών (ΟΕΠΕΚ, ΚΕΕ)που δε διαθέτουν ούτε έργο ούτε παράδοση ούτε υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό; Γιατί διατίθενται  κοινοτικοί πόροι για μια κατ ευφημισμόν «εξωτερική αξιολόγηση της εισαγωγικής επιμόρφωσης»; Η «έκθεση εξωτερικής αξιολόγησης», που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα του ΟΕΠΕΚ για την εισαγωγική επιμόρφωση του 2009-10,καταλήγει, μετά από 400 περίπου σελίδες «παραδοτέου», στο καταπληκτικό καταληκτικό συμπέρασμα ότι «το ΠΕΚ είναι ένας δυναμικός θεσμός» που μπορεί να αναλάβει την υπόθεση της επιμόρφωσης! Γιατί χρειάζεται εξωτερική αξιολόγηση και για το έτος 2010-11;
Μάλλον, τα κοινοτικά κονδύλια εξακολουθούν, όπως και στο παρελθόν, να αποτελούν το πεδίο νόμιμης σπατάλης που αγγίζει τα όρια του κυνισμού, χωρίς να υπάρχουν προϋποθέσεις για ουσιαστικό μετασχηματισμό δομών και περιεχομένου στην εκπαίδευση. Ποια είναι τα αποτελέσματα των κονδυλίων των Α΄ και Β΄ΕΠΕΑΕΚ; Στη σημερινή συγκυρία, φαίνεται ότι τα κονδύλια του ΕΣΠΑ.(χρηματοδότηση σπατάλης) και οι πολιτικές  που συνδέονται με το «Μνημόνιο»(περικοπές δαπανών) συνιστούν ένα  δίδυμο εκπαιδευτικής πολιτικής που ,αν και αντιφατικό, έρχεται να πλήξει καίρια  δημοκρατικές κατακτήσεις στην εκπαίδευση.
Φαίνεται ότι ο αυταρχικός λαϊκισμός,  ο κυνισμός και ο παιδαγωγισμός διαμορφώνουν προϋποθέσεις ,κάτω από τις οποίες δοκιμάζεται βάναυσα η κοινή γνώμη, καθώς δυσκολεύεται να ανιχνεύσει τις αφετηρίες και τις κοινωνικές προεκτάσεις που έχουν οι αλλαγές που δρομολογούνται. Μήπως,  είναι αυτά και προϋποθέσεις για αφύπνιση και τη διαμόρφωση  μιας κοινωνικής  δυναμικής «μετώπου παιδείας» για την ανατροπή αυτών που σχεδιάζονται; Οι εξελίξεις θα  δείξουν.